Το Αέτωμα της Γοργούς στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας
Το Αέτωμα της Γοργούς στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας
Το Αέτωμα της Γοργούς στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας
08 Μαρτίου 2024Η ελληνική γη κρύβει στα σπλάχνα της αμέτρητους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Και οι σημαντικότεροι, ή και οι πιο εντυπωσιακοί από αυτούς, ανακαλύπτονται μερικές φορές τυχαία. Κάπως έτσι συνέβη και με το Αέτωμα της Γοργούς, το παλαιότερο αλλά ταυτόχρονα και επιβλητικότερο λίθινο μαρμάρωμα που έχει ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα στον ελλαδικό χώρο.
Ο ναός της Αρτέμιδος
Η τυχαία ανακάλυψη κάποιων γλυπτών σπαραγμάτων δίπλα στη Μονή των Αγίων Θεοδώρων στην περιοχή «Στρατιά» της Κέρκυρας, οδήγησε τον τότε Έφορο Αρχαιοτήτων Φρειδερίκο Βερσάκη να οργανώσει την ανασκαφή στον ευρύτερο χώρο, που έφερε στο φως το έτος 1911 τόσο τα θεμέλια του ιερού της Αρτέμιδος, όσο και τα γλυπτά από το δυτικό αέτωμα του ναού, στο οποίο δέσποζε η μορφή της Γοργούς.
Η έκπληξη αλλά και ο θαυμασμός μπροστά στο εντυπωσιακό αυτό εύρημα, θα πρέπει αναμφισβήτητα να ήταν μεγάλος κατά την εποχή της ανακάλυψής του. Δεν πρέπει να θεωρηθεί μάλιστα σύμπτωση ότι τη συνέχιση της ανασκαφής, ανέλαβε το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο με διευθυντή τον αρχιτέκτονα και αρχαιολόγο Wilhelm Dorpfeld, ύστερα από παρέμβαση του Κάιζερ Γουλιέλμου της Γερμανίας, ο οποίος είχε αγοράσει το Αχίλλειο μετά το θάνατο της Σίσσυς και επισκεπτόταν συχνά την Κέρκυρα.
Η “Γοργώ”
Το Αέτωμα της Γοργούς, σαν το αντικρύζει κάποιος ακόμη και σήμερα, προκαλεί δέος με το κολοσσιαίο μέγεθός του, ενώ το βλέμμα του θεατή μαγνητίζεται από τη δαιμονική απεικόνιση της Μέδουσας. Λαξευμένη λιτά αλλά συνάμα και τόσο ζωντανά, η φτερωτή Γοργώ παριστάνεται να τρέχει, ενώ στη μορφή της συνδυάζονται ανθρώπινα και ζωώδη στοιχεία που παραπέμπουν στην χθόνια υπόστασή της. Τα φίδια είναι συστατικό στοιχείο του χαρακτήρα της, και για αυτό ξεπηδούν μέσα από τα μαλλιά της και ζώνουν τη μέση της.

Δεξιά και αριστερά, η Γοργώ περιβάλλεται από τα παιδιά της, τον φτερωτό Πήγασο και τον Χρυσάορα, τα οποία σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία γεννήθηκαν μετά τον αποκεφαλισμό της από τον Περσέα. Τις κεντρικές αυτές φιγούρες του αετώματος πλαισιώνουν δύο τεράστιοι “λεοντοπάθηρες”, προσδίδοντας έτσι συνολικά στην γλυπτική σύνθεση έναν αποτροπαϊκό χαρακτήρα, δηλαδή σκοπός της σύνθεσης είναι να προστατεύει το ναό από το “κακό”. Επιπλέον η Γοργώ, καθώς παρουσιάζεται ως προστάτιδα της φύσης και των άγριων ζώων, παραπέμπει συμβολικά στη θεά Άρτεμη.
Οι δευτερεύουσες σκηνές μάχης στα άκρα του αετώματος, κατά την επικρατέστερη άποψη, παρουσιάζουν επεισόδια από την Τιτανομαχία ανάμεσα στους θεούς του Ολύμπου με αρχηγό τον Δία, και τους Τιτάνες με αρχηγούς τον Κρόνο και τη Ρέα.
Το δυτικό αέτωμα του ναού της Αρτέμιδος θεωρείται μοναδικό έργο της πρώιμης αρχαϊκής γλυπτικής, σκαλισμένο περίπου το 585 π.Χ., ενώ εικάζεται ότι ανάλογη παράσταση αναπτυσσόταν και στο ανατολικό αέτωμα, από το οποίο όμως σώζονται ελάχιστα σπαράγματα.
Ένα μουσείο για την Γοργώ
Η ανακάλυψη της Γοργούς γέννησε και την ανάγκη για την ανέγερση ενός νέου μουσείου για την κατάλληλη στέγαση του αετώματος. Το μουσείο που υπήρχε ήδη στην Κέρκυρα, δίπλα από το μνημείο του Μενεκράτους, ήταν ανεπαρκές ως χώρος φιλοξενίας του αετώματος οπότε και αποφασίστηκε η επέκτασή του, όμως ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος που ξέσπασε σύντομα, διέκοψε τις εργασίες επέκτασης που είχαν ξεκινήσει. Το 1930, το αέτωμα μαζί με τις υπόλοιπες αρχαιότητες που είχαν ανακαλυφθεί στον χώρο του ιερού της Αρτέμιδος, τοποθετήθηκαν προς έκθεση στις αίθουσες του Ανακτόρου των Αγίων Γεωργίου και Μιχαήλ.
Το 1936 το αέτωμα και οι αρχαιότητες τοποθετούνται στο κτήριο της «Ρολίνας» προς φύλαξη, και την ίδια εποχή αποφασίζεται η ανέγερση ενός νέου αρχαιολογικού μουσείου, αλλά η έναρξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου ανέστειλε για ακόμη μία φορά τα σχέδια δημιουργίας ενός μουσείου. Τελικά η ανέγερση του σημερινού αρχαιολογικού μουσείου της Κέρκυρας ξεκίνησε το 1962 και ολοκληρώθηκε μετά από τρία έτη. Τα εγκαίνια του μουσείου έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1967, και πέρα από το αέτωμα και της αρχαιότητες του ιερού της Αρτέμιδος, στις αίθουσες του φιλοξενούνται αντικείμενα από παλιότερες ανασκαφές, από την Παλαιόπολη, το Ηραίο και από το αρχαίο νεκροταφείο της Κέρκυρας. Κατά το διάστημα 2012-2018, και μετά από 50 χρόνια συνεχούς λειτουργίας, στο μουσείο υλοποιήθηκε ένα ζωτικό έργο ανακαίνισης του κτηριακού συγκροτήματος και εκσυγχρονισμού της μουσειακής έκθεσης.
Βιβλιογραφία:
– Το Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας, Τένια Ρηγάκου – Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Κέρκυρας