Ομοφωνία μου

Ομοφωνία μου

Ομοφωνία μου

– Από πού έρχονται τα δάκρυα, μαμά;

Ακούω τον εαυτό μου να ρωτάει τον εαυτό του, λες και ειναι μικρό παιδί και παράλληλα ο γονιός, που μπορεί να δώσει τις απαντήσεις.

– Κοίτα, δεν είμαι σίγουρη, αλλά όταν σκέφτομαι κάτι που πονάει ή κάτι που αγαπώ πολύ ή κάτι που πονάει γιατί αγαπώ πολύ, νιώθω τον λαιμό μου να σφίγγεται, σαν χέρια να μου τον σφίγγουν, νιώθω τον λαιμό μου να κλείνει, να μην ανέβουν τα δάκρυα ούτε λυγμοί, αλλά και ούτε μπορώ τότε να καταπιώ. Πνίγομαι. Και όταν αφήνομαι να καταπιώ, κλαίω κιόλας. Είναι όλα αυτά που θέλουν να βγουν έξω και είναι και άλλα που θέλουν να νιώσουν ασφάλεια μέσα. Θα έλεγα πως τα δάκρυα έρχονται από την καρδιά. Κάποιες φορές όμως, τα νιώθω να έρχονται ακόμα από πιο κάτω. Κάτω από τα πόδια. Ή, ή, δεν ξέρω, μου έρχεται αυτή η εικόνα, ότι η καρδιά μου είναι πολυδιάστατη, υπάρχουν πολλές άλλες καρδιές μου μπρος και πίσω από αυτήν που έχω μέσα στο στέρνο μου, ένα οριζόντιο βάθος προς κάθε κατεύθυνση. Αν με βάλεις να ξαπλώσω, οι καρδιές μου πηγαίνουν από τον πυρήνα της γης, στον πυρήνα του απείρου. Ναι, και τα δάκρυα, κοιτάζοντας το ταβάνι να σβήνει και να ανοίγει, να γίνεται ουρανός, γλιστράνε και κυλάνε, μπαίνουν στα αυλάκια των αυτιών μου. Μου αρέσει αυτή η αίσθηση. Λίγο με γαργαλάει. Με δροσίζει και με φέρνει στο τώρα, να συνειδητοποιήσω τα συναισθήματά μου, αλλά και το ότι είμαι ζωντανός και ασφαλής. Κλαίω, άρα υπάρχω.

– Και τι θα κάνεις για να μη νιώθεις άσχημα εξαρχής;

– Δεν γίνεται να το αποφύγεις τελείως και δεν γίνεται και να μην στεναχωρείς κανέναν. Είναι καλύτερα για όλους να είσαι ειλικρινής. Αν δεν είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου, θα έρθει κάποια στιγμή που θα απορείς ποιος είσαι. Βάζοντας πάνω από την αλήθεια σου δικαιολογίες, να καλύψεις τον φόβο, την άρνησή σου, τρέχεις μακριά από τα συναισθήματά σου. Είναι εντάξει να είσαι δειλός, αλλά όχι για πολύ, όχι να κοιμάσαι μέσα στη δειλία. Η συνήθεια χτίζει χαρακτήρα. Και φτάνεις σαράντα χρονών και σε πιάνουν εκείνα τα συναισθήματα που απέφευγες και λες «Αμάν! Τι έκανα λάθος;» Και μάλιστα ξανά και ξανά. Για να νιώθεις καλά με τον εαυτό σου, αλλά και να θεραπεύσεις τις πληγές που έμειναν ανοιχτές, αφού δεν ασχολιόσουν με αυτές, πρέπει να βρεις και να κατανοήσεις την αιτία που τις δημιούργησε, να πετάξεις τον φόβο που σε πιάνει όταν σκέφτεσαι να τις αγγίξεις, να ξαναγεννηθείς, να ανακαλύψεις όσα πραγματικά ένιωθες και εννοούσες, όσα δεν μπορούσες να πεις και δεν θες πια να αρνείσαι.

– Μα, έτσι θα στεναχωρήσω κάποιους, σε κάποιους δεν θα αρέσει αυτό.

– Πού το ξέρεις; Καταλαβαίνω, είναι δύσκολο να αλλάξεις τον τρόπο που αντιμετωπίζεις τον κόσμο και τον εαυτό σου μέσα στον κόσμο, αλλά πώς ξέρεις ότι ο άλλος δεν χρειάζεται να ξέρει την αλήθεια σου; Κάπου το άκουσα αυτό, να δεις. Κάποιος πολύ πρακτικός άνθρωπος, που πολύ πλήγωσα κάποτε σαν χθες, μου είπε πως έτσι χτίζονται οι σχέσεις, αλλιώς και οι δύο έχετε κάτι λειψό, κάτι “στο περίπου”, κάτι που πολύ εύκολα μπορεί να γκρεμιστεί. Και θα γκρεμιστεί. Άλλωστε, όπως επίσης μου είπε, οι άνθρωποι θα σε σεβαστούν αν τους πεις πραγματικά το ζόρι σου.

– Είναι δύσκολο να μιλάω.

– Δεν είναι. Είναι διαφορετικό από όσα μάθαμε. Μπορούμε να μιλάμε για όσα φοβόμαστε και δεν μας αρέσουν, είτε πηγάζουν από μέσα μας, είτε είναι από την επίδραση των άλλων επάνω μας. Μια αρχή αρκεί, για να ανοίξει ο ορίζοντας. Η πρώτη λέξη, το πρώτο βήμα. Θα σου αρέσει η διαδρομή, θα δεις. Έχεις να μάθεις πολλά. Σε σένα, στους άλλους, από τους άλλους, από σένα. Εσύ, εμείς είμαστε η μόνη αρχή, η διαδρομή, ο προορισμός. Και τα δάκρυα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια γλώσσα, ένα φαινόμενο καιρικό, που εκτονώνει όλες τις αιτίες της ζωής από μέσα μας. Είναι γλώσσα καθολική που μας ενώνει, όσο και αν θεωρείται ταμπού. Μιας που το έφερε η κουβέντα, έχεις φιλήσει κάποιον; Κλαίγοντας; Σε παρακαλώ, πες το. Έχω ανάγκη να το δω.

– Στην άκρη του δρόμου. Νύχτα. Όρθιοι, δίπλα στο αυτοκίνητο για ώρα. Δεν μπορούσα να την αφήσω. Αλλά έπρεπε. Φιλιόμασταν και ήταν αλμυρό φιλί. Τα αλμυρά φιλιά της αιωνιότητας και του αντίο. Τι φιλιά. Σάλια, δάκρυα, μύξες, δεν με ένοιαζε από πού έρχονταν και ποιανού ήταν. Ήταν δικά της. Ήταν δικά μας. Θεέ μου. Είναι τόσο απλό. Και τόσο…

– Ναι. Είναι και τόσο… Αλλά, αναζητάς την αλήθεια που το κάνει έτσι, τόσο, περίπλοκο. Να την αντιμετωπίσεις. Και να αποφασίσεις ποιος είσαι. Δεν είναι κακό που αυτός είναι ο τρόπος σου. Μόνο καλό είναι που δέχεσαι και ασχολείσαι με το να γνωρίσεις ποιος είσαι. Είμαι πολύ περήφανος για σένα. Σ’ αγαπώ.

– Κι εγώ σ’ αγαπώ.

– Τι ωραία ομοφωνία

Κάτοχος Integrated Master του τμήματος Τεχνών Ήχου και Εικόνας, με ειδικότητα τη δημιουργία ταινιών μικρού μήκους. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, γλυκάθηκα από το μάθημα του Σεναρίου και ξεκίνησα να γράφω σε ένα blog. Μέσα από τη σχολή, θυμήθηκα κι επιβεβαίωσα ότι γράφοντας συγκινούμαι, διασκεδάζω, πονάω, εκφράζομαι, περνάω καλά, εκτονώνομαι. Η μικρή Ειρήνη το ήξερε πολύ καλά αυτό, αλλά δεν έδωσε ποτέ της σημασία… Τόσο φυσικό και φυσιολογικό τής φαινόταν, που δεν υπήρχε λόγος να το κάνει θέμα.

Σχετικά άρθρα