Ένα “μοντέρνο” σχολείο στη θέση του Βαϊλάτου της Κέρκυρας

Ένα “μοντέρνο” σχολείο στη θέση του Βαϊλάτου της Κέρκυρας

Ένα “μοντέρνο” σχολείο στη θέση του Βαϊλάτου της Κέρκυρας

Ο θεσμός του Βάιλου, ήταν ένας από τους σημαντικότερους στο διοικητικό μηχανισμό της Βενετίας, και εφαρμόστηκε και στην Κέρκυρα ήδη από τα πρώτα χρόνια της Ενετοκρατίας, ενισχυμένος μάλιστα με εκτελεστικές και δικαστικές εξουσίες. Κατά τα πρώτα χρόνια της Ενετοκρατίας, δηλαδή κατά τον 15ο αιώνα, η πόλη της Κέρκυρας βρισκόταν ακόμη “περιορισμένη” μέσα στο χώρο του Παλαιού Φρουρίου και το παλάτι του Βάιλου βρισκόταν και αυτό, όπως και τα υπόλοιπα διοικητικά κτήρια, εντός της οχυρωμένης πόλης.

Το ”νέο” Βαϊλάτο στην πόλη της Κέρκυρας

Το πότε ακριβώς χτίστηκε το Βαϊλάτο στην (σημερινή) πλατεία Δημαρχείου δεν έχει διασωθεί από τις ιστορικές πηγές. Εικάζεται ωστόσο ότι πρέπει να χτίστηκε μετά την πολιορκία του 1571 και την περιτείχιση του «ξωπόλι» (της σημερινής παλιάς πόλης της Κέρκυρας). Ωστόσο, γνωρίζουμε σίγουρα ότι τουλάχιστον από το 1593, στο κτήριο του Βαϊλάτου στεγαζόταν ήδη το αρχειοφυλακείο της Κέρκυρας.

Το κτήριο κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας δέχτηκε αρκετές αλλαγές και τροποποιήσεις στο εσωτερικό του, τόσο για να εξυπηρετεί τις ποικίλες λειτουργίες του, όσο και ως αποτέλεσμα φθορών και καταστροφών από σεισμούς, ακόμη και καταστροφών από την πολιορκία του 1716.

Κατά την άφιξη των Δημοκρατικών Γάλλων το 1797 στην Κέρκυρα, το Βαϊλάτο αλλάζει χρήση και χρησιμοποιείται ως κατοικία του Λατίνου Επισκόπου, ενώ την περίοδο των αυτοκρατορικών Γάλλων στο κτήριο εγκαθίσταται ο διοικητής της Κέρκυρας (amministratore di Corfu).

Κατά την Αγγλοκρατία πλέον το κτήριο γίνεται πρώτα κατοικία του αρχηγού των βρετανικών στρατευμάτων και στη συνέχεια του Προέδρου της Ιονίου Γερουσίας, ενώ η τελευταία του χρήση ήταν ως Αρχειοφυλακείο της Επαρχίας της Κέρκυρας.

Από την κάτοψη του κτηρίου στο Κτηματολόγιο της Ενετοκρατίας, πληροφορούμαστε ότι επρόκειτο για διώροφο κτήριο αρκετά μεγάλων διαστάσεων, το οποίο περιλάμβανε χώρους κύριας χρήσης, βοηθητικούς χώρους και μια μεγάλη αυλή-κήπο. Το ισόγειο, η είσοδος στο οποίο γινόταν από ένα μνημειακό κλιμακοστάσιο, διέθετε μια μεγάλη κεντρική αίθουσα, καθώς και χώρους για τη φρουρά και τη φύλαξη των βαρυποινιτών και του αρχείου. Στον επάνω όροφο υπήρχε μια μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων-ακροάσεων, βοηθητικοί χώροι για το υπηρεσιακό προσωπικό και μια μικρή εκκλησία-χώρος προσευχής.

Η θέση που επέλεξαν οι Βενετοί για να χτίσουν το Βαϊλάτο, δεν ήταν φυσικά τυχαία. Στη νέα πόλη που δημιουργείτο στο περιτειχισμένο πλέον “μπόργκο” της Κέρκυρας, ήθελαν τα δημόσια κτήρια όχι μόνο να είναι εντυπωσιακά αλλά να βρίσκονται και σε κομβικά σημεία. Στo σημείο λοιπόν που χτίστηκε το Βαϊλάτο διασταυρώνονταν οι δύο κύριοι οδικοί άξονες της νέας πόλης, ο ένας που ξεκινούσε από την πύλη του Παλαιού Φρουρίου και κατέληγε έξω από τα τείχη, και ο άλλος που ξεκινούσε από τον νότιο προμαχώνα της πόλης και κατέληγε στα παραθαλάσσια τείχη.

Το “νέο” Δημοτικό Σχολείο της Κέρκυρας

Το “Βαϊλάτο” θα κατεδαφισθεί τελικά το 1931, ώστε στη θέση του Αρχειοφυλακείου της Κέρκυρας να «ανηγερθή το κτίριον του δημοτικού σχολείου». Το δημοτικό σχολείο αυτό, εντασσόταν σε ένα τεράστιο και “εκσυγχρονιστικό” – για τα δεδομένα και τις αντιλήψεις της εποχής βεβαίως – έργο στον τομέα της σχολικής στέγης σε πανελλαδικό επίπεδο, κατά τη δεύτερη κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου. Συγκεκριμένα κατά την τετραετία 1928-1932, ανεγέρθηκαν περισσότερα από 3.000 νέα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε κάθε νομό της Ελλάδας, επί θητείας στο Υπουργείο Παιδείας του Γεωργίου Παπανδρέου.

Τα σχολικά κτήρια αυτά, σχεδιάστηκαν βάσει γενικών προδιαγραφών και τυποποίησης (μη λαμβάνοντας υπόψη τις κατά τόπους αρχιτεκτονικές παραδόσεις, αλλά επίσης και τις ιδιαίτερες συνθήκες κλίματος του κάθε τόπου), από αρχιτέκτονες οι οποίοι ανήκαν στη λεγόμενη “γενιά του ’30” και ήταν κατά κύριο λόγο φανατικοί θιασώτες του μοντέρνου κινήματος. Βέβαια η κατασκευή αυτών των μοντέρνων σχολικών μονάδων ήταν πολύ συμβατικότερη από ό,τι στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης όπου γεννήθηκε και το μοντέρνο κίνημα. Άλλωστε η κατασκευή τους ήρθε να καλύψει τις ανάγκες ενός ταχύρρυθμου προγράμματος στέγασης της παιδείας.

Το Δημοτικό Σχολείο που αντικατέστησε το “Αρχειοφυλακείο” συνεχίζει έως και σήμερα τη λειτουργία του ως “Δημοτικό Παλαιάς Πόλης” (μέχρι πρόσφατα “2ο και 3ο Δημοτικό Σχολείο Κέρκυρας”), με αρκετές τροποποιήσεις αλλά και προσθήκες από την αρχική ανέγερσή του. Η εμφάνισή του προφανώς ξενίζει, ειδικά όταν “αντιπαραβάλλεται” με τα γειτονικά του κτήρια στην πλατεία Δημαρχείου, όπως για παράδειγμα το San Giacomo, τον “Ντόμο”, αλλά και τα “παραδοσιακά” σπίτια της πόλης της Κέρκυρας. Οι “ανάγκες” όμως της εποχής που χτίστηκε, πρόσταζαν την άμεση και μαζική ανέγερση χιλιάδων σχολικών μονάδων σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, κληροδοτώντας έτσι την Κέρκυρα με ένα ακόμη “μοντέρνο” κτήριο ξεκομμένο και μοναχό από κάθε άλλο σημείο αναφοράς γύρω του.

Σχετικά άρθρα